- ονδάτρα
- (ondatra zibethica). Τρωκτικό της οικογένειας των κρικητιδών, γνωστό και με την κοινή ονομασία μοσχοποντικός, γιατί έχει την εμφάνιση μεγάλου ποντικού και φέρει στην περινεϊκή περιοχή δύο αδένες που εκκρίνουν μια ουσία με μυρωδιά μόσχου. Η o., στα διάφορα υποείδη της, έχει μήκος 40-75 εκ., από τα οποία τα μισά περίπου καταλαμβάνει η ουρά. Το χονδροειδές κεφάλι έχει μικρά μάτια και αυτιά· το άνω χείλος φέρει βαθιά σχισμή. Η ο. δεν διαθέτει κυνόδοντες και είναι απλόδοντο γιατί έχει ένα μόνο ζευγάρι επάνω κοπτήρων. Τα άκρα είναι κοντά· τα μπροστινά καταλήγουν σε 4 δάχτυλα και τα πίσω σε 5: τα τελευταία αυτά είναι συνενωμένα μερικώς με μια μεμβράνη. Το σώμα καλύπτεται από πυκνό τρίχωμα απαλότατο, γι’ αυτό και το δέρμα του είναι αρκετά περιζήτητο, χρώματος καφέ σκούρου στη ράχη και καστανού στην κοιλιά· η ουρά είναι επενδυμένη με μικρές φολίδες και λίγες τρίχες.
Η ο. έχει την ικανότητα να μετακινείται στο έδαφος, αλλά και να κολυμπά με μεγάλη επιδεξιότητα· σκάβει τη φωλιά της στις όχθες των ποταμών και των βάλτων και κατά προτίμηση ζει στο νερό, όπου αναζητά χόρτα, μικρά ψάρια, μαλάκια και προνύμφες, από τις οποίες τρέφεται. Τα θηλυκά είναι πολύ γόνιμα: γεννούν πολλές φορές το χρόνο, κάθε φορά από 3-12 μικρά. Η ο. κατάγεται από τη Βόρεια Αμερική, αλλά, με την εξαγωγή της προς εκτροφή, είναι σήμερα διαδεδομένη σε αρκετές χώρες των άλλων ηπείρων.
Η ονδάτρα, τρωκτικό της Β. Αμερικής.
* * *ηζωολ. γένος μυόμορφων τρωκτικών τής οικογένειας critecidae.
Dictionary of Greek. 2013.